Η Γνωστικο-συμπεριφορική θεραπεία του Beck
Από Σοφία Πετρίδου
Κάτω από τον όρο-ομπρέλα “Γνωστικο-συμπεριφορική θεραπεία” (ΓΣΘ) βρίσκει κανείς μια οικογένεια στενά συνδεδεμένων, αλλά ταυτόχρονα αυτόνομων (ψυχο)θεραπευτικών μοντέλων. Ο κοινός πυρήνας τους μπορεί να συνοψιστεί – υπεραπλουστευτικά ίσως- στην εξής παραδοχή: Η σκέψη επηρεάζει την συμπεριφορά (και το συναίσθημα) και, επομένως, ψυχικά προβλήματα που εκφράζονται στη συμπεριφορά μπορούν να αντιμετωπιστούν, αν αλλάξουν οι σκέψεις που τα συντηρούν. Για τις ανάγκες αυτής της στήλης, επιλέξαμε να παρουσιάσουμε τη Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία του Beck, το παραδοσιακό -πλέον- μοντέλο της γνωστικο-συμπεριφορικής σχολής, πάνω και στο οποίο χτίζουν τα πιο πρόσφατα μοντέλα.
Αναπόσπαστο κομμάτι της θεραπευτικής διαδικασίας στην κλασσική ΓΣΘ είναι το θεραπευόμενο άτομο να μάθει να κατανοεί τον εαυτό και τα προβλήματα του, μέσα από το πλαίσιο που τα κατανοεί και το ίδιο το μοντέλο. Δίνοντας έμφαση στο πώς αντιλαμβάνεται και αξιολογεί ένα άτομο τον εαυτό και τους άλλους, ο γνωστικός τρόπος αντίληψης οργανώνεται σε τρία επίπεδα. Αρχικά έχουμε τις αυτόματες σκέψεις , τις γρήγορες αξιολογικές σκέψεις που περνούν από το μυαλό μας μετά από ένα γεγονός (π.χ. «Δεν θα περάσω το μάθημα» όταν μετρώ τις σελίδες της ύλης του) και προκαλούν μια αντίδραση σωματική (πχ ταχυπαλμία), συναισθηματική (άγχος) ή συμπεριφορική (κλείνω το βιβλίο). Σε ένα αρκετά βαθύτερο επίπεδο, οι πυρηνικές πεποιθήσεις συγκροτούνται από τις μαθημένες από το περιβάλλον, παγιωμένες και γενικευμένες ιδέες που έχουμε για τον εαυτό μας ή και τους άλλους χωρίς να είμαστε τόσο ενήμεροι/-ες γι’ αυτές. Είναι εκείνες που μπαίνουν ανάμεσα στο γεγονός και τον τρόπο που το ερμηνεύουμε και επηρεάζουν το περιεχόμενο των αυτόματων σκέψεων. Στα πλαίσια της θεραπείας, το θεραπευόμενο άτομο έρχεται αντιμέτωπο με τις αρνητικές πυρηνικές του πεποιθήσεις, ότι πχ «είναι ανεπαρκές», «ανάξιο να αγαπηθεί», ή «ανάξιο ως άτομο» μεταξύ άλλων. Μια τρίτη κατηγορία πεποιθήσεων, που τοποθετείται στο ενδιάμεσο των άλλων δύο, αποτελείται από παραδοχές, στάσεις και κανόνες που, εμποδίζουν τις πυρηνικές πεποιθήσεις να έρθουν στην επιφάνεια («πρέπει να προσπαθώ πάντα για το άριστα», ώστε να μην αναδυθεί η αίσθηση ανεπάρκειας).
Αφού το θεραπευόμενο άτομο κατανοήσει τη συμπεριφορά του με γνωστικούς όρους, αναγνωρίζοντας τις αυτόματες σκέψεις που συνδέονται με τα τρέχοντα προβλήματα του, προχωρά σε συνεργασία με τη θεραπεύτρια στην αμφισβήτηση των δυσλειτουργικών του σκέψεων. Η γνωστική αναδόμηση γίνεται μέσα από τον έλεγχο του αν οι σκέψεις ισχύουν ή υπάρχει κάποια εναλλακτική ερμηνεία της κατάστασης ή αν είναι χρήσιμες για τη δεδομένη κατάσταση. Μετά την αναδόμηση των αυτόματων και των ενδιάμεσων σκέψεων, θεραπευτής και θεραπευόμενο εμβαθύνουν στις πυρηνικές πεποιθήσεις του δεύτερου αναζητώντας τους παράγοντες στο τώρα που τις συντηρούν, αλλά και τα σημαντικά γεγονότα και μοτίβα στις σχέσεις με σημαντικά πρόσωπα της παιδικής του ηλικίας. Γενικότερα – και σε σχέση με άλλες προσεγγίσεις- η ΓΣΘ θεωρείται θεραπεία εστιασμένη στο παρόν, ωστόσο για τη διερεύνηση των βαθύτερων πεποιθήσεων γίνεται μια αναδρομή στο παρελθόν, προκειμένου να αναγνωριστούν τα γεγονότα και οι σχέσεις που συνέβαλαν στο να σχηματίσει το θεραπευόμενο τις συγκεκριμένες ιδέες για τον εαυτό του.
Η έμφαση της ΓΣΘ στο γνωστικό κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας δεν σημαίνει ότι η θεραπεία αυτή αγνοεί τη συναισθηματική εμπειρία. Το συναίσθημα νοηματοδοτείται από το γνωστικό μοντέλο ως αντίδραση μιας αυτόματης σκέψης ή και ως εμπειρία που την πυροδοτεί. Μπορεί, έτσι, να χρησιμοποιηθεί από τη θεραπεύτρια ως οδηγός για να φτάσει στην αυτόματη σκέψη ή ακόμη να γίνει αντικείμενο συζήτησης σε μια συνεδρία, όπως και οι σκέψεις. Το συναίσθημα είναι επίσης παρόν και στη σχέση θεραπευτή-θεραπευόμενου. Η θεραπεύτρια δείχνει ενσυναίσθηση απέναντι στον θεραπευόμενο, αντανακλά και, ιδίως σε στιγμές έντονης συναισθηματικής φόρτισης, επικυρώνει τα συναισθήματα που αυτό εκφράζει. Γενικότερα για τη σχέση, από τη θεραπεύτρια αναμένεται να λειτουργεί κατευθυντικά και συνήθως ως εκπαιδεύτρια, αλλά ταυτόχρονα αναμένεται από τη θεραπευόμενη να είναι ενεργή σε κάθε βήμα της θεραπείας- κάτι και που αντανακλάται από την ανάθεση εργασιών για το σπίτι.
Ανακεφαλαιώνοντας, η Γνωστική Συμπεριφορική Θεραπεία του Beck συνιστά ένα θεραπευτικό μοντέλο που εστιάζει κυρίως στο παρόν και λιγότερο στο παρελθόν, κυρίως στη σκέψη και μερικώς στο συναίσθημα. Θεραπεύτρια και θεραπευόμενο συνεργάζονται προκειμένου να διερευνήσουν, να αξιολογήσουν και στη συνέχεια να αναδομήσουν τις ιδέες του δεύτερου για τον εαυτό και τους άλλους που βρίσκονται πίσω από τις ψυχικές του δυσκολίες.
Βιβλιογραφία
· Beck, J. S.(2012). Εισαγωγή στη γνωστική συμπεριφορική θεραπεία (τίτλος πρωτοτύπου: Cognitive behavior therapy: Basics and beyond(2nd ed.)). Εκδόσεις Πατάκη.
H φωτογραφία έχει ληφθεί από: pngwing.com